Πόσοι το ξέρατε;
Ο κουρέας-χειρουργός ήταν χειρωνακτικό επάγγελμα στην Ευρώπη του μεσαίωνα. Η ετυμολογία της λέξης «κουρέας» προέρχεται από την «περιποίηση» ή και «θεραπεία» των πελατών. Οι κουρείς χειρουργοί διατηρούσαν δημόσια λουτρά, όπου και δέχονταν και περιποιούνταν τους πελάτες τους.
Οι καθεαυτού ιατροί εκείνο τον καιρό, λόγω της ενασχόλησής τους με εκκλησιαστικές σπουδές και επειδή ήταν πολύ μορφωμένοι, σπουδαγμένοι και λόγιοι, δεν καταδέχονταν τον απλό λαό, ή οι υπηρεσίες τους απλά ήταν πολύ ακριβές και απρόσιτες για τους φτωχούς. Έτσι οι κουρείς χειρούργοι ήταν οι «ιατροί» του φτωχού λαού, και θεωρούνταν αξιότιμοι, παρόλο που το επάγγελμά τους δεν είχε και πολύ επιστημονικές βάσεις.
Τα καθήκοντα του κουρέα χειρούργου ήταν το λούσιμο και πλύσιμο των πελατών, η περιποίηση του σώματος, η καλλυντική, διάφορες μικροχειρουργικές επεμβάσεις, το βγάλσιμο δοντιών και η θεραπεία μικροπροβλημάτων των ματιών. Κυρίως όμως βάζαν κλύσματα και εφάρμοζαν το κόψιμο της βεντούζας και την αφαίμαξη. Αυτά τότε ήταν πολύ δημοφιλή και διαδεδομένα προληπτικά μέτρα αλλά και θεραπευτικές αγωγές για κάθε είδους νόσο, και προέρχονταν από τις ιατρικές θεωρίες της αρχαιότητας περί των χυμών του σώματος.
Στο ίδιο μαγαζί δούλευε και ο λεγόμενος «μπαρμπέρης», του οποίου απασχόληση ήταν μόνο να κόβει τα μαλλιά και να ξυρίζει τους πελάτες.
Η κοινωνική θέση του κουρέα άλλαξε συχνά με την πάροδο του χρόνου. Στις περιοχές της σημερινής Ιταλίας, της Ελβετίας και της Αυστρίας οι κουρείς ήταν αξιότιμα μέλη της αστικής κοινωνίας, και διατηρούσαν επαγγελματικές οργανώσεις.
Η επαγγελματική ένωση των κουρέων στη Βιέννη έχει μακροχρόνια παράδοση που ξεκινάει τον 15ο αιώνα. Για να ξεκινήσει εκεί κανείς με το επάγγελμα του κουρέα έπρεπε πρώτα να μάθει την τέχνη, και να περάσει όλα τα στάδια, από μαθητευόμενος μέχρι και μάγιστρος (Meister) σύμφωνα με τους κανόνες της σχολής. Η απλή εκπαίδευση διαρκούσε τρία χρόνια, μετά έπρεπε ο φρεσκοχρισμένος κουρέας να δουλέψει τρία χρόνια »πλανόδιος« σε άλλους εγκατεστημένους μάγιστρους, και μετά από επιτυχείς εξετάσεις στην ιατρική σχολή της Βιέννης θα μπορούσε να εγκατασταθεί μόνιμα, να ανοίξει δικό του κατάστημα και να δουλέψει.
Το 1548 στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το επάγγελμα του κουρέα αναγνωρίστηκε επίσημα.
Η στενή επαφή του κουρέα με τους ασθενείς (π.χ. το κόψιμο της βεντούζας, η αφαίμαξη, οι μικροεγχειρήσεις κλπ.) οφείλονταν στο ότι η δυτική εκκλησία είχε απαγορέψει στους μορφωμένους γιατρούς να έρχονται σε επαφή με το αίμα των ασθενών. Την εποχή της πανούκλας, ο κουρέας ήταν αυτός που περιέθαλπε τους ασθενείς και τους έκανε καυτηρίαση στα σπυριά. Επειδή η επαγγελματική τους αυτή απασχόληση τους έφερνε συχνά σε επαφή με αρρώστους, τραυματίες (στρατιώτες κλπ.) και άλλους δεινοπαθούντες, ο κόσμος τους απέφευγε, και, περιστασιακά το επάγγελμα του κουρέα το θεωρούσαν ανέντιμο, και κατώτερο από άλλα επαγγέλματα.
Εκτός από τους κουρείς, άλλα ιατροφαρμακευτικά επαγγέλματα ήταν το επάγγελμα του μπαρμπέρη, των γιατρών για πληγές και κατάγματα και το επάγγελμα της μαμής.
Βοηθητικά επαγγέλματα
Ο κουρέας συχνά διατηρούσε πολλούς μαθητευόμενους και άλλους υπαλλήλους, που έκαναν συγκεκριμένες δουλειές. Ο μπαρμπέρης κούρευε και ξύριζε, άλλος έκανε μασάζ και σκούπιζε τους λουόμενους, άλλος έβγαζε νερό από το πηγάδι και το ζέστανε για τα λουτρά. Ιατροφαρμακευτικοί βοηθοί ήταν ένας για την αφαίμαξη, άλλος για τις βεντούζες.
Εκτός αυτού, τα δημόσια λουτρά ήταν τόπος συνάντησης και διασκέδασης, και γιαυτό υπήρχε και άλλο βοηθητικό προσωπικό, μαγείρισσες, σερβιτόρες, μουσικοί, αλλά ακόμα και προξενήτρες και πόρνες
Προστάτες του επαγγέλματος είναι οι Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός.